Οι φετινές κινητοποιήσεις με αφορμή την ΔΕΘ, θα διεξαχθούν στη συγκυρία του ζόφου που σκεπάζει τη χώρα μετά τις αποκαλύψεις για το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων. Παρακολουθήσεις που είναι πιθανό να μην περιορίζονται μόνο σε πολιτικά πρόσωπα και δημοσιογράφους, αλλά και πολλούς άλλους πολίτες που δραστηριοποιούνται στη κοινωνική και πολιτική ζωή.
Πρόκειται προφανώς για ζήτημα ύψιστης σημασίας, καθώς συνιστά, εκτροπή που προσομοιάζει περισσότερο σε αυταρχικά-ολοκληρωτικά καθεστώτα, παρά σε μια κοινοβουλευτική δημοκρατία.
Δεν προέκυψε αιφνίδια ως αποτέλεσμα μια πολιτικής «ανορθογραφίας» ή επιχειρησιακών δυσλειτουργιών, καθώς αποτελεί συνέχεια, πολιτικών απομείωσης των δημοκρατικών δικαιωμάτων, που με συνέπεια εφαρμόζει η κυβέρνηση της ΝΔ τα τελευταία τρία χρόνια.
Πατώντας, είναι αλήθεια, πάνω στο πρόσφορο έδαφος της δημοκρατικής υστέρησης που δημιούργησαν οι μνημονιακές πολιτικές, η κυβέρνηση της ΝΔ, από τη πρώτη στιγμή επιτέθηκε στα δημοκρατικά δικαιώματα και την ελευθεροτυπία. Ταυτόχρονα με τον νόμο για το ψευδώνυμο επιτελικό κράτος «έχτισε» τον ασφυκτικό καθεστωτικό έλεγχο κάθε πτυχής της κρατικής λειτουργίας.
Να θυμίσουμε πως από τα πρώτα νομοθετήματα της κυβέρνησης ΝΔ, ήταν ο περιορισμός, φτάνοντας έως τη συστηματική απαγόρευση, του συνταγματικού δικαιώματος των συναθροίσεων.
Ακολούθησε η κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου, και εν συνεχεία η ίδρυση της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας, μια πρωτοφανής ενέργεια για τα ακαδημαϊκά δεδομένα παγκόσμια, σε μια προσπάθεια ελέγχου της πανεπιστημιακής ζωής.
Κεντρική θέση στο αντιδημοκρατικό σχέδιο της ΝΔ έχει ο αντεργατικός νόμος Χατζηδάκη, καθώς, απαγόρευσε ουσιαστικά κάθε απεργιακή κινητοποίηση βάζοντας ταυτόχρονα προσκόμματα και στη λειτουργία των συνδικάτων.
Η κυβέρνηση της ΝΔ μετατρέπει τη χώρα, σε μια καθεστωτική κατ’ επίφαση δημοκρατία και είναι χρέος των εργαζομένων να αντισταθούν σε αυτή τη εφιαλτική προοπτική, όχι μόνο γιατί αυτό είναι καταστατική υποχρέωση των εργαζομένων ως πολιτών, αλλά γιατί λιγότερη δημοκρατία, σημαίνει χαμηλότερους μισθούς και συντάξεις, χειρότερες συνθήκες δουλειάς και περιορισμό της δυνατότητας ανάπτυξης συλλογικών δράσεων.
Η φετινή ΔΕΘ διεξάγεται επίσης στη συγκυρία της ενεργειακής και επισιτιστικής κρίσης, που αναμφίβολα τροφοδοτήθηκε από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η θηριώδης όμως κερδοσκοπία που αναπτύσσεται εδώ και πολλούς μήνες στο εσωτερικό της χώρας, έχει ονοματεπώνυμο, γιατί αποκλειστικά υπεύθυνη είναι η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με την πλήρη απουσία ελέγχων στην αγορά και κυρίως με τις αποφάσεις της για την ενίσχυση των μεγάλων καπιταλιστικών ομίλων.
Πρόκειται στην ουσία για μια ακολουθία κρίσεων, εν μέρει αλληλοτροφοδοτούμενων, που βίωσαν οι κοινωνίες την τελευταία δεκαπενταετία, αφού είχαν προηγηθεί η οικονομική και η υγειονομική κρίση.
Αυτές, οι αλλεπάλληλες κρίσεις, σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, θα ήταν λάθος να αποδοθούν σε μια άσχημη συγκυρία. Δείχνουν τα αποτελέσματα των καταστροφικών πολιτικών που γέννησε ο νεοφιλελευθερισμός, που πια ως “’άταφος νεκρός” περιφέρεται καθορίζοντας τις πολιτικές τόσο της ΕΕ αλλά κυρίως της κυβέρνησης της ΝΔ.
Η ενεργειακή κρίση στην Ελλάδα, για παράδειγμα, ενισχύεται από τα κερδοσκοπικά παιχνίδια στο χρηματιστήριο ενέργειας, αφού μετατρέπει ένα κοινωνικό αγαθό σε εμπόρευμα, με την ταυτόχρονη αδυναμία διαμόρφωσης κρατικών πολιτικών, αφού η κυβέρνηση της ΝΔ ιδιωτικοποίησε την ΔΕΗ με τίμημα ίσο με την τελευταία επιδότηση για το ρεύμα.
Τα ίδια περίπου συμβαίνουν και στις τιμές των προϊόντων λαϊκής κατανάλωσης, απαραίτητων για τη καθημερινότητα των εργαζομένων, που οι τιμές τους είναι πια δυσβάσταχτες, εξανεμίζοντας το μηνιάτικο στις 20 ή ακόμη και στις 15 μέρες από τη μισθοδοσία.
Και όμως, παρ όλα αυτά, η κυβέρνηση της ΝΔ, αδιαφορώντας για τις συνθήκες έκτακτης ανάγκης που διαμορφώνει η συγκυρία, συνεχίζει την προκλητική φοροασυλία του μεγάλου πλούτου, επιδοτώντας παράλληλα τη κερδοσκοπία από τους φόρους των φτωχών και μεσαίων στρωμάτων.
Οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο, βρισκόμαστε σε εξαιρετικά δεινή θέση καθώς μετά τη μείωση των μισθών μας μέχρι και 45% από το 2010 και μετά, δεν έχει υπάρξει καμιά αύξηση εδώ και 11 χρόνια. Αποτέλεσμα ο μισθός ενός πρωτοδιόριστου εκπαιδευτικού, για παράδειγμα, να είναι χαμηλότερος από τον κατώτατο μισθό ενός ανειδίκευτου εργάτη στον ιδιωτικό τομέα.
Οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο, είμαστε πια ένα ραγδαία φτωχοποιούμενο κοινωνικό στρώμα, θύματα μιας εμμονικής πολιτικής, που δεν έχει αμιγώς δημοσιονομικά κίνητρα, καθώς κινητοποιείται από ένα ιδεοληπτικό μίσος για το Δημόσιο και τους ανθρώπους του. Είναι χαρακτηριστικό, πως ακόμη και μια αύξηση των μισθών στο Δημόσιο που θα ήταν ίση με το ύψος του πληθωρισμού, δεν είναι παρά απειροελάχιστο ποσόν συγκρινόμενο με αυτά που δόθηκαν φέτος με τις απευθείας αναθέσεις στην παρασιτική ελίτ.
Είναι επιτακτική ανάγκη και ζήτημα επιβίωσης, να γίνει προτεραιότητα, ο ανένδοτος αγώνας των εργαζομένων και των συνδικαλιστικών μας οργανώσεων, με αίτημα τις πραγματικές αυξήσεις μισθών και επιμέρους διεκδικήσεις όπως:
- την άμεση αύξηση των μισθών στο Δημόσιο στο ύψος του πληθωρισμού
- την επαναφορά των 13ου και 14ου μισθού
- την καθιέρωση μηχανισμών εισοδηματικής προστασίας όπως η Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή των μισθών, τουλάχιστον όσο διαρκεί η κρίση ακρίβειας.
Παράλληλα, σ’ αυτές τις συνθήκες, που διαμορφώθηκαν από τις αλλεπάλληλες κρίσεις, απαιτούνται πολιτικές που να αντιστρέφουν τη νεοφιλελεύθερη παρακμή όπως για παράδειγμα:
- η επανακρατικοποίηση της ΔΕΗ και η άσκηση ενεργειακής πολιτικής προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος και όχι των κερδοσκοπικών funds
- η κατάργηση της διαπραγμάτευσης της τιμής του ρεύματος από το χρηματιστήριο ενέργειας
- η ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών αλλά και των ελέγχων αλλά και παρεμβάσεις στο ύψος των τιμών, βασικών προϊόντων.
- άμεση παρέμβαση, έτσι ώστε να αποφευχθεί η στεγαστική κρίση, που απειλεί ιδιαίτερα τους νεώτερους εργαζόμενους, εξανεμίζοντας ακόμη περισσότερο το διαθέσιμο εισόδημά τους
Εδώ και τρία χρόνια, η κυβέρνηση της ΝΔ εγκαθιδρύει ένα αυταρχικό καθεστώς στερώντας δημοκρατικά, αλλά και εργασιακά, μισθολογικά και ασφαλιστικά δικαιώματα, οδηγώντας σε συνθήκες ακραίας φτώχειας τα χαμηλά και μεσαία στρώματα της μισθωτής εργασίας.
Είναι προτεραιότητά μας αλλά και αναγκαιότητα η διαμόρφωση μιας πλατιάς συμμαχίας ριζοσπαστικών, προοδευτικών, δημοκρατικών δυνάμεων και εργαζομένων, ξεκινώντας από τα πρωτοβάθμια σωματεία και τους εργατικούς αγώνες και φτάνοντας έως το επικείμενο συνέδριο της ΑΔΕΔΥ, για να σταματήσει επιτέλους
το σπιράλ της ασφυξίας και του σιωπητηρίου,
η ραγδαία φτωχοποίηση των εργαζομένων σε Δημόσιο και Ιδιωτικό τομέα,
η έκπτωση των δημοκρατικών και συνδικαλιστικών ελευθεριών, που ζούμε την τελευταία τριετία.